Το Χριστόψωμο
Το Χριστόψωμο είναι το ψωμί που φτιάχνουν οι γυναίκες προς τιμήν του Χριστού με ιδιαίτερη φροντίδα και υπομονή, τις παραμονές των Χριστουγέννων. Είναι το ευλογημένο ψωμί του χριστουγεννιάτικου τραπεζιού, αφού αυτό θα στηρίξει τη ζωή του νοικοκύρη και της οικογένειάς του. Τη μορφή, το σχήμα και τον στολισμό τού ψωμιού αυτού κανονίζουν οι τοπικές συνήθειες.
Στα περισσότερα μέρη, στη μέση της επιφάνειας του χριστόψωμου σχηματίζουν με ζυμάρι το σημείο τού σταυρού και στις άκρες του τοποθετούν αμύγδαλα και καρύδια, που αποτελούν σύμβολα πλούσιας παραγωγής. Η διακόσμησή του καθορίζεται ακόμη και από το επάγγελμα τού νοικοκύρη. Έτσι, αν αυτός είναι γεωργός ή τσοπάνης, στο χριστόψωμο σχηματίζουν βόδια και αλέτρι ή πρόβατα και κατσίκια. Σε μερικά μέρη μέσα στο ζυμάρι βάζουν κι ένα νόμισμα ή κάποιο άλλο σημάδι, για να φανεί, κατά το μοίρασμα, ο τυχερός τού σπιτιού.
Από τα πιο εντυπωσιακά ήταν το σαρακατσάνικο χριστόψωμο, με ολόκληρες παραστάσεις πάνω του από την ποιμενική ζωή. Οι Σαρακατσάνοι θεωρούν τα Χριστούγεννα ως καθαρά ποιμενική εορτή και είναι περήφανοι γιατί ο Χριστός γεννήθηκε ανάμεσα σε τσοπάνηδες και πρόβατα.
Στην Κρήτη, το ζύμωμα του χριστόψωμου αποτελεί μια ιεροτελεστία. Χρησιμοποιούνται ακριβά υλικά, όπως ψιλοκοσκινισμένο αλεύρι, ροδόνερο, μέλι, σουσάμι, κανέλα και γαρίφαλα, ενώ κατά το ζύμωμα οι γυναίκες τραγουδούν: «Ο Χριστός γεννιέται, το φως ανεβαίνει, το προζύμι για να γένει». Αρχικά, πλάθουν το ζυμάρι και παίρνοντας τη μισή από τη ζύμη φτιάχνουν μια κουλούρα. Με την υπόλοιπη μισή φτιάχνουν με λωρίδες ένα σταυρό. Στο κέντρο του σταυρού βάζουν ένα άσπαστο καρύδι ή ένα αυγό, συμβολίζοντας τη γονιμότητα. Την υπόλοιπη επιφάνεια τη διακοσμούν με διάφορα σχήματα, όπως λουλούδια, φύλλα, καρπούς ή πουλιά. Η διακόσμηση αυτή τονίζει το σκοπό του Χριστόψωμου και εκφράζει τις προσδοκίες των πιστών για καλή σοδειά και παραγωγή των ζώων.
Την ημέρα των Χριστουγέννων, κατά τη διάρκεια του μεσημεριανού γεύματος, ο νοικοκύρης του σπιτιού παίρνει το χριστόψωμο, το σταυρώνει, το κόβει και το μοιράζει σ’ όλη την οικογένειά του και σε όσους παρευρίσκονται στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Πολλοί παρομοιάζουν τη διαδικασία αυτή με το μυστήριο της Θείας Κοινωνίας.
Σε ορισμένα μέρη, όπως στην Αιτωλία, περίμεναν προτού το κόψουν να περάσει πρώτα ο παπάς να το ευλογήσει. Έπαιρνε έτσι το χριστόψωμο θέση ιερής αρτοκλασίας. Τελειώνοντας την ευχή που έλεγε, ο παπάς έπαιρνε το χριστόψωμο και, κρατώντας το με τα δυο του χέρια, το τσάκιζε πάνω στο κεφάλι του. Αν το κομμάτι που κρατούσε με το δεξί χέρι ήταν το μεγαλύτερο, σήμαινε ότι ο πολύς χειμώνας πέρασε και θα γλυτώσουν πρόβατα και κατσίκια από το κρύο. Αντίθετα, αν το μεγαλύτερο κομμάτι βρισκόταν προς τα αριστερά, οι οιωνοί για τα ζώα και τα γεννήματα δεν ήταν και πολύ αίσιοι.
Παρόμοιες μαντικές συνήθειες κυριαρχούσαν και αλλού. Στα Επτάνησα, το βράδυ της παραμονής έπαιρναν το χριστόψωμο και πήγαιναν κοντά στη φωτιά. Ο νοικοκύρης έριχνε λάδι ή κρασί στη φλόγα. Αν μεγάλωνε, αυτό ήταν καλός οιωνός για το σπίτι· αν έσβηνε, κακός.
Το έθιμο του Χριστόψωμου αποτελεί μια συνήθεια βαθιά ριζωμένη στη χώρα μας και θεωρείται έργο θείο κι έθιμο καθαρά Χριστιανικό. Κατά τόπους, το συναντάμε σε παραλλαγές μορφών ή ονομασιών όπως: «το ψωμί του Χριστού», «Σταυροί», «βλάχες» κ.ά.
Εκτός από τα καθαυτό χριστόψωμα συνηθίζονται και άλλου είδους ψωμιά για τα Χριστούγεννα. Στη Δυτική Μακεδονία ζυμώνουν μικρά ψωμάκια για τα παιδιά που λένε τα κάλαντα, καθώς και ειδικές κουλούρες για τα βόδια και τα άλλα ζώα του σπιτιού τους.
Το Χριστόψωμο της Μικρασίας
Το Χριστόψωμο της Μικρασίας ήταν επτάζυμο ή ‘φτάζυμο, πάει να πει ζυμωμένο επτά φορές. Στον Αδραμμυτινό κόλπο, απέναντι από τη βόρεια και ανατολική Λέσβο «πιάναν» τη μαγιά του καιρό πριν το ζύμωμα με «ροβιθόζουμο» και βασιλικό! Σύμφωνα με καταγραφές από Μικρασιάτες πρόσφυγες στη Λέσβο τα ρεβίθια μουσκεύονταν με αγιασμό και βασιλικό. Στη συνέχεια αφήνονταν για επτά μέρες δίπλα από τα εικονίσματα κι ακολουθούσε το σούρωμα σε ένα τουλπάνι. Ό,τι περίσσευε δεν πεταγόταν μα «δίνονταν στις όρθες (κότες).
Ακολουθούσε το πρώτο ζύμωμα με λίγο αλεύρι, με σκοπό να γίνει μια μαλακιά και στρωτή ζύμη.Αυτή τη ζύμη τη «σφράγιζαν» με τα χέρια τους και την αφήναν σκεπασμένη σε ένα ζεστό μέρος «να ανεβεί». Συνολικά φούσκωναν με τον ίδιο τρόπο τη ζύμη προσθέτοντας κάθε φορά νερό κι αλεύρι. Την έβδομη φορά προσέθεταν λίγο λάδι, μυρωδικά (μοσχοκάρυδο, κανέλλα) και λίγη ζάχαρη.
Μετά το έβδομο ζύμωμα η ζύμη στολίζονταν με καρύδια και σουσάμι ενώ στα νοτιότερα τμήματα του Αδραμμυτινού κόλπου κοντά στο Αιβαλί σφραγίζονταν και με τα «αιτέλια», μια ξύλινη στρογγυλή σφραγίδα με το δικέφαλο αετό.
Τρώγονταν το πρωί της μέρας των Χριστουγέννων μετά την εκκλησία με τη πρώτη μπουκιά να βουτιέται σε γλυκό λιαστό κρασί. Μέχρι την τελευταία του μπουκιά στο Χριστόψωμο δεν μπήγονταν μαχαίρι και τα όποια ψίχουλα
πήγαιναν και αυτά «στις όρθες»!
Το Μικρασιάτικο αυτό έθιμο τηρείται και σήμερα 100 χρόνια μετά την καταστροφή σε πολλά σπίτια της Λέσβου κυρίως σε αυτά με κατοίκους προσφυγικής καταγωγής.