Η παχυσαρκία ως χρόνιο νόσημα και η σύγχρονη διαχείρισή της
Εξειδικευμένοι επαγγελματίες υγείας είναι σε θέση να παρέχουν εξατομικευμένη φροντίδα και καινοτόμες θεραπείες σε ένα πρόβλημα που απαιτεί άμεση αντιμετώπιση.
H παχυσαρκία αναγνωρίζεται πλέον από όλους τους διεθνείς οργανισμούς ως ένα χρόνιο, συστηματικό, υποτροπιάζον νόσημα. Η παχυσαρκία χαρακτηρίζεται από την υπερβολική συσσώρευση σωματικού λίπους και ορίζεται ως δείκτης μάζας σώματος (ΔΜΣ) πάνω από 30 kg/m2, που υπολογίζεται από το πηλίκο του σωματικού βάρους σε χιλιόγραμμα (Kg) προς το τετράγωνο του ύψους σε μέτρα (m2).
Πόσο συχνή είναι η παχυσαρκία
Ο επιπολασμός της παχυσαρκίας σε παγκόσμιο επίπεδο έχει τριπλασιαστεί από το 1975 έως σήμερα για διάφορους λόγους, όπως η αυξημένη κατανάλωση τροφίμων υψηλής θερμιδικής αξίας και η σημαντικά ελαττωμένη σωματική δραστηριότητα. Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, από το 2019, το 24,9% των ενηλίκων στη χώρα μας χαρακτηρίζονται ως παχύσαρκοι και το 37,9% ως υπέρβαροι. Μάλιστα, ένα σημαντικό ποσοστό της τάξης του 30-40% των παιδιών ηλικίας 10-12 ετών στην Ελλάδα έχουν ΔΜΣ που αντιστοιχεί είτε σε υπερβαρότητα είτε σε παχυσαρκία.
Πού οφείλεται η παχυσαρκία
Η σύγχρονη ιατρική επιστήμη στο πεδίο της παχυσαρκίας έχει πλέον απομακρυνθεί από την υπεραπλουστευτική προσέγγιση «eat less, move more», σύμφωνα με την οποία το άτομο πρέπει απλά να μειώσει τις θερμίδες που καταναλώνει και να κινείται περισσότερο. Η παχυσαρκία δεν αποτελεί επιλογή, αλλά χρόνιο πολυπαραγοντικό νόσημα, με σημαντική συμμετοχή γενετικών παραγόντων και την περίπλοκη αλληλεπίδρασή τους με περιβαλλοντικούς παράγοντες, όπως τρόπος διατροφής και σωματική δραστηριότητα. Επιπλέον, ψυχολογικοί και συμπεριφορικοί παράγοντες, ενδοκρινικές παθήσεις και φάρμακα συχνά συμβάλλουν στην παχυσαρκία.
Ποια είναι η επίπτωση της παχυσαρκίας στην υγεία
Η παχυσαρκία συνδέεται με αυξημένη θνητότητα και όσο υψηλότερος είναι ο ΔΜΣ τόσο χαμηλότερο είναι το προσδόκιμο ζωής. Η παχυσαρκία είναι γνωστό ότι σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης 13 διαφορετικών μορφών καρκίνου, με πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα τον τριπλασιασμό πιθανότητας εμφάνισης καρκίνου του παχέος εντέρου.
Επίσης, η παχυσαρκία συνδέεται με πληθώρα συννοσηροτήτων, όπως σημαντικά αυξημένο κίνδυνο για εμφάνιση σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2, δυσλιπιδαιμίας, μη αλκοολικής λιπώδους διήθησης ήπατος, χολολιθίασης, αρτηριακής υπέρτασης, στεφανιαίας νόσου, αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων, φλεβικών θρομβώσεων, πνευμονικών εμβολών, αποφρακτικής άπνοιας ύπνου και μυοσκελετικών προβλημάτων. Η απώλεια βάρους μπορεί να βελτιώσει σημαντικά πολλά από αυτά τα νοσήματα.
Ποια είναι η σύγχρονη αντιμετώπιση της παχυσαρκίας
Εκτός από τις πρωτοβουλίες σε επίπεδο δημόσιας υγείας, η αντιμετώπιση της παχυσαρκίας σε ατομικό επίπεδο ξεκινάει από τη συστηματική και ολιστική αξιολόγηση του ατόμου από έναν εξειδικευμένο επαγγελματία υγείας, με σκοπό να διερευνηθούν οι αιτίες, οι επιπτώσεις στην υγεία και τυχόν σχετιζόμενα νοσήματα, καθώς και τα εμπόδια μέχρι τώρα στη διαχείριση της παχυσαρκίας.
Αναγκαίες προϋποθέσεις για την επιτυχή αντιμετώπιση αποτελούν:
1. Η προσέγγιση των ανθρώπων με παχυσαρκία χωρίς το κοινωνικό στίγμα που συχνά, ακόμη και σήμερα, αυτοί βιώνουν, με σημαντικές ψυχολογικές και κοινωνικές προεκτάσεις.
2. Η εξατομίκευση της αντιμετώπισης σε όλα τα επίπεδα, από τις παρεμβάσεις στη διατροφή και την άσκηση μέχρι άλλες θεραπευτικές λύσεις.
3. Μακροχρόνια παρακολούθηση, όπως απαιτείται σε κάθε άτομο που ζει με ένα χρόνιο νόσημα.
4. Πρόσβαση σε ένα οργανωμένο δίκτυο από ειδικούς επαγγελματίες υγείας, που θα εξασφαλίζει μια ολιστική και διεπιστημονική προσέγγιση. Αυτό περιλαμβάνει υποστήριξη από διατροφολόγο και ψυχολόγο, δυνατότητα για θεραπευτικές παρεμβάσεις, όπως γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία και παρακολούθηση από άλλες ιατρικές ειδικότητες ανάλογα με τις συννοσηρότητες.
Η σύγχρονη διαχείριση της παχυσαρκίας στηρίζεται στους παρακάτω τρεις πυλώνες:
Α. Διατροφικές παρεμβάσεις (medical nutrition therapy), που εξατομικεύονται ανάλογα με τα χαρακτηριστικά του ατόμου, τον τρόπο ζωής, τις συνήθειες και τις συννοσηρότητες.
Β. Πρόγραμμα σωματικής δραστηριότητας.
Γ. Συμβουλευτική σε σχέση με συμπεριφορές υγείας και διατροφή.
Ποιος είναι ο ρόλος των φαρμακευτικών και χειρουργικών θεραπειών στην αντιμετώπιση της παχυσαρκίας
Προγράμματα απώλειας βάρους με συνδυασμό μειωμένης θερμιδικής πρόσληψης και αύξησης σωματικής άσκησης συχνά οδηγούν σε βραχυπρόθεσμη ελάττωση του βάρους, χωρίς αυτή να διατηρείται μακροπρόθεσμα, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, λόγω νευροβιολογικών παραγόντων που οδηγούν στην επαναπρόσληψη του επιπλέον βάρους.
Για αυτούς τους λόγους, διάφορα φάρμακα κατά της παχυσαρκίας έχουν αναπτυχθεί. Μετά από αρκετές αποτυχημένες προσπάθειες ανάπτυξης αποτελεσματικών και ασφαλών φαρμάκων κατά της παχυσαρκίας τις προηγούμενες δεκαετίες, τα τελευταία χρόνια μια επανάσταση συντελείται στην αντιμετώπιση της παχυσαρκίας με την ανάπτυξη καινοτόμων ενέσιμων φαρμάκων.
Τα φάρμακα αυτά μπορούν να βοηθήσουν σημαντικά, αλλά σε καμία περίπτωση δεν αποτελούν πανάκεια. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να συνταγογραφούνται από ειδικούς ιατρούς και να χορηγούνται μόνο υπό ιατρική παρακολούθηση σε συνδυασμό με υγιεινοδιαιτητικά μέτρα. Τα φάρμακα αυτά, βασικά, στοχεύουν στην αύξηση των επιπέδων του παρόμοιου με γλυκαγόνη πεπτίδιου 1, διεθνώς γνωστού ως GLP-1 (glucagon-like peptide 1). Η λιραγλουτίδη (saxenda) αποτελεί το μοναδικό ενέσιμο φάρμακο κατά της παχυσαρκίας που είναι διαθέσιμο στη χώρα μας και χορηγείται καθημερινά από τον ίδιο τον ασθενή ως υποδόρια ένεση.
Η λιραγλουτίδη, σε συνδυασμό με υγιεινοδιαιτητικά μέτρα, μειώνει κατά μέσο όρο το βάρος κατά 8%, σε σχέση με 2,6% απώλεια στα άτομα που ακολούθησαν μόνο πρόγραμμα διατροφής και άσκησης, αλλά περίπου ένας στους τρεις ασθενείς έχει ανεπιθύμητες ενέργειες από το γαστρεντερικό. Εντός του 2023, αναμένουμε τη σεμαγλουτίδη (wegovy), ένα νέο ενέσιμο αγωνιστή του υποδοχέα του GLP-1, που χορηγείται μια φορά την εβδομάδα με πρωτόγνωρη αποτελεσματικότητα.
Η χρήση του για διάστημα ενός έτους οδηγεί σε μέση απώλεια βάρους της τάξης του 15% του αρχικού βάρους και επιπλέον συνδέεται με μεταβολικά οφέλη, όπως μείωση των επιπέδων σακχάρου, ολικής χοληστερόλης, τριγλυκεριδίων και αρτηριακής πίεσης. Παρ’ όλα αυτά, μια πρόσφατη κλινική δοκιμή έδειξε ότι, έναν χρόνο μετά τη διακοπή της αγωγής, οι ασθενείς επανακτούν περίπου τα 2/3 του βάρους που έχουν απολέσει. Πολλά νέα φάρμακα με σημαντική αποτελεσματικότητα στη διαχείριση της παχυσαρκίας αναμένεται να κυκλοφορήσουν τα επόμενα χρόνια.
Τέλος, οι βαριατρικές επεμβάσεις, όπως το γαστρικό μανίκι (sleeve gastrectomy) και η γαστρική παράκαμψη (gastric bypass), συνεχίζουν να αποτελούν την πιο αποτελεσματική και μακροπρόθεσμα βιώσιμη θεραπευτική επιλογή για την απώλεια βάρους. Πλέον, η βαριατρική χειρουργική σε εξειδικευμένα κέντρα έχει χαμηλό ποσοστό επιπλοκών και οδηγεί σε αυξημένο προσδόκιμο ζωής με λιγότερες συννοσηρότητες.
Συμπερασματικά, τα άτομα με παχυσαρκία πρέπει να αντιμετωπίζονται όπως οι ασθενείς με κάθε άλλο χρόνιο νόσημα και να λαμβάνουν εξατομικευμένη φροντίδα από εξειδικευμένους επαγγελματίες υγείας.
Πλέον, και μετά την πρόσφατη ανάπτυξη καινοτόμων φαρμάκων, τα άτομα με παχυσαρκία πρέπει να έχουν πρόσβαση σε μια φαρέτρα θεραπευτικών παρεμβάσεων, με σκοπό όχι μόνο τη μακροχρόνια μείωση βάρους, αλλά πρωτίστως τη συνολική βελτίωση της υγείας τους.
Πλούταρχος Ε. Τζούλης, MD, PhD, FRCP (Lon), MSc (Hons), CCT (UK), Ενδοκρινολόγος/Διαβητολόγος, Επ. Αναπληρωτής Καθηγητής Ενδοκρινολογίας της Ιατρικής Σχολής University College London, Συνεργάτης Τμήματος Ενδοκρινολογίας – Διαβήτη – Οστεοπόρωσης, ΙΑΣΩ & ΙΑΣΩ Γενική Κλινική