Η φυματίωση στις μέρες μας
Η φυματίωση, ασθένεια που προκαλείται από βακτήριο που ονομάζεται Mycobacterium Tuberculosis, έχει επιστρέψει δυναμικά τα τελευταία χρόνια λόγω της Covid-19 που μείωσε τους ελέγχους και την πρόσβαση στο σύστημα υγείας.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, το 2021 10,6 εκ. άνθρωποι ασθένησαν από φυματίωση. Η αύξηση της επίπτωσης της νόσου ήταν 4-5% μέσα σε ένα χρόνο. Το 2019 η φυματίωση ήταν η 13 η κύρια αιτία θανάτου παγκοσμίως και η 1η από λοιμώδη νόσο. Από το 2020 έχει γίνει η 2η αιτία θανάτου από μολυσματική ασθένεια, μετά τον Covid-19 και πριν από το AIDS.
Η επίπτωση της φυματίωσης στον παγκόσμιο πληθυσμό έχει αυξητική τάση τόσο στις αναπτυσσόμενες χώρες όσο και στο Δυτικό κόσμο.
Η συνεχώς αυξανόμενες μεταναστευτικές ροές αποτελούν ένα από τους λόγους του προβλήματος, καθώς αφορούν ανθρώπους που αποκλείονται από οποιαδήποτε υγειονομική περίθαλψη, αλλά και αναγκάζονται να διαβιούν υπό ανθυγιεινές συνθήκες που ευνοούν την μετάδοση νοσημάτων ένα εκ των οποίων η φυματίωση.
Ωστόσο, η φυματίωση πλέον θεωρείται νόσος ιάσιμη με μεγάλο οπλοστάσιο αντιφυματικών φαρμάκων πρώτης και δεύτερης γραμμής, καθιστώντας την μια μη θανατηφόρο νόσο.
Προϋπόθεση για αυτό, καθώς και για τον περιορισμό της μετάδοσης της, αποτελεί η έγκαιρη διάγνωση. Αυτή δεν είναι πάντα εφικτή, αφού δεν υπάρχουν ειδικά για την ασθένεια συμπτώματα, με αποτέλεσμα να μπορεί να μιμείται διαφορετικές παθήσεις, οδηγώντας σε υποδιάγνωση του νοσήματος, με σοβαρές επιπτώσεις για τη δημόσια υγεία .
Νέες, προηγμένες μορφές της ασθένειας είναι γνωστές ως πολυανθεκτική φυματίωση σε φάρμακα (MDR-TB) ή εκτεταμένης αντοχής φυματίωση σε φάρμακα (XDR-TB).
Η αντοχή αυτή είναι πιθανό να προκύψει από ιατρογενές λάθος, όπως εσφαλμένη επιλογή φαρμάκων για θεραπεία της ασθένειας ή ακόμη και από αυθαίρετη διακοπή της θεραπείας από τους πάσχοντες προτού ολοκληρωθεί. Όσο λιγότερη η ορθολογική χρήση ενός αντιβιοτικού, τόσο μεγαλύτερη η πιθανότητα μετάλλαξης και ανάπτυξης μικροβιακής αντοχής.
Συμπτώματα
Οποιοδήποτε όργανο του ανθρώπινου σώματος μπορεί να προσβληθεί από την ασθένεια, αν και αυτή αφορά κυρίως τους πνεύμονες.
Τα κύρια συμπτώματα της φυματίωσης είναι:
- Πυρετός
- Μειωμένη όρεξη
- Απώλεια βάρους
- Νυκτερινή εφίδρωση
- Επίμονος βήχας
- Βήχας με αίμα σε προχωρημένο στάδιο
Πως μεταδίδεται η φυματίωση
Η μετάδοσή της γίνεται αερογενώς. Εξαπλώνεται μέσω σταγονιδίων στον αέρα, μέσω φτερνίσματος ή βήχα από άτομα που έχουν μολυνθεί από το μυκοβακτηρίδιο.
Όσο στενότερη και πιο παρατεταμένη η επαφή τόσο αυξάνεται ο κίνδυνος ανάπτυξης της νόσου. Έρευνα ανακάλυψε ότι τα παιδιά με στενή επαφή με όσους νοσούν έχουν πιθανότητα 30-50% εμφάνισης φυματίωσης.
Η ασθένεια εμφανίζεται, ως «πρωτοπαθής φυματίωση», κυρίως σε παιδιά και σε άτομα με εξασθενημένο ανοσοποιητικό. Σε αυτή την περίπτωση, τα συμπτώματα εμφανίζονται σύντομα μετά τη μόλυνση με το μυκοβακτηρίδιο, απαιτώντας γρήγορη παρέμβαση και θεραπεία.
Λανθάνουσα καλείται η ασυμπτωματική, μη μεταδοτική μορφή της νόσου. Το 5-10% των ατόμων με λανθάνουσα λοίμωξη μπορεί όμως να εμφανίσει ενεργό φυματίωση.
Παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση της νόσου θεωρούνται ο σακχαρώδης διαβήτης, το κάπνισμα και η φαρμακογενής ανοσοκαταστολή.
Ο πιο σημαντικός παράγοντας κινδύνου, σύμφωνα με τον ΠΟΥ είναι η μόλυνση με HIV. Πιο συγκεκριμένα ο κίνδυνος εμφάνισης φυματίωσης εκτιμάται 20-37 φορές μεγαλύτερος σε ανθρώπους που είναι φορείς HIV από ό, τι μεταξύ εκείνων χωρίς μόλυνση HIV.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) συστήνει ότι ο καλύτερος τρόπος πρόληψης της φυματίωσης είναι με επιτυχή αναγνώριση κρουσμάτων και χρήση αντιβιοτικών για θεραπεία της ασθένειας.
Η πανδημία Covid-19 επιβράδυνε σε μεγάλο βαθμό την πρόοδο για την καταπολέμηση της φυματίωση. Η αναζωπύρωση της νόσου θέτει σε κίνδυνο τη στρατηγική που έχει θέσει σε εφαρμογή ο ΠΟΥ, η οποία στοχεύει στη μείωση των θανάτων από την νόσο κατά 90% και τη μείωση του ποσοστού συχνότητας της φυματίωσης κατά 80% έως το 2030 σε σύγκριση με το 2015.
Στις μέρες μας, θα πρέπει να αντιμετωπίζουμε τη φυματίωση όχι σαν μία ξεχασμένη αλλά σαν υπαρκτή νόσο, που θα πρέπει πάντα να τη συμπεριλαμβάνουμε στη διαφορική διάγνωση, εφόσον υπάρχουν οι κατάλληλες κλινικές ενδείξεις.
Παρασκευή Αραβωσιτά, Πνευμονολόγος – Φυματιολόγος, Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) ΙΑΣΩ Γενική Κλινική