Η συμβολή των ιδιωτών γιατρών και των ιδιωτικών δομών Υγείας στη Δημόσια Περίθαλψη
Γράφει ο Κωνσταντίνος Γιαννακόπουλος, πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Λάρισας
Ξεκινώντας από τη βασική μας αρχή πως τόσο οι γιατροί του κρατικού τομέα (ΕΣΥ) όσο και οι ιδιώτες γιατροί υπηρετούν εξίσου τη Δημόσια Περίθαλψη, θα θέλαμε να τονίσουμε την αναγκαιότητα οικοδόμησης στη χώρα μας ενός μικτού Συστήματος Υγείας, όπως άλλωστε μας έδειξε τον δρόμο η πρόσφατη πανδημία.
Θεωρούμε επιτακτική την ανάγκη ανάπτυξης ενός Συστήματος Υγείας, με βασικό και πρώτο πυλώνα τον κρατικό (Νοσοκομεία, Κ.Υ.), επαρκώς χρηματοδοτούμενο και άριστα στελεχωμένο, στον οποίο θα κουμπώνει υποστηρικτικά ένας αξιόλογος ιδιωτικός (γιατροί ΠΦΥ, Ιδιωτικές Κλινικές) διαρκώς πιστοποιούμενος.
Δεν μπορούμε σήμερα να μην παραδεχθούμε ότι οι γιατροί του ιδιωτικού τομέα κρατούν όρθια την ΠΦΥ, όλα τα προηγούμενα χρόνια και ιδιαίτερα τα χρόνια της πανδημίας, με πρωτοπόρους τα διαγνωστικά εργαστήρια και τους κλινικοεργαστηριακούς γιατρούς, αλλά και τον χειρουργικό τομέα, καθόσον πολλά νοσοκομεία μετατράπηκαν αποκλειστικά σε Covid, ενώ σε άλλα συρρικνώθηκαν τα χειρουργεία λόγω μεγάλης ανάπτυξης κλινών Covid. Η εμβολιαστική κάλυψη κατά της Covid πήρε άλλη διάσταση μόλις δόθηκε η δυνατότητα στους ιδιώτες παιδιάτρους, αλλά και σε άλλες ειδικότητες, που εμβολίαζαν διαρκώς στα ιατρεία τους, καθώς και κατ’ οίκον.
Επιπρόσθετα, οι ιδιωτικές κλινικές απορρόφησαν μετά από νομοθέτηση την άνοιξη του 2020, το έλλειμμα του κρατικού τομέα, διαθέτοντας απλές κλίνες νοσηλείας, κλίνες ΜΕΘ, ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό στη μεγαλύτερη υγειονομική κρίση των τελευταίων χρόνων, οι οποίες παράλληλα αποσυμφόρησαν τα νοσοκομεία από συσσωρευμένα περιστατικά με μεγάλες λίστες αναμονής.
Σε «αναγνώριση» όλου αυτού του υγειονομικού έργου που παράγεται από τον ιδιωτικό τομέα παράλληλα με τον κρατικό, η πολιτεία «ανταμείβει» τους γιατρούς και τις δομές με ένα τεράστιο clawback και rebate, που απειλεί άμεσα τη βιωσιμότητά τους και στέλνει στη μετανάστευση αξιόλογο επιστημονικό ιατρικό προσωπικό. Προσπαθεί να οργανώσει μια ΠΦΥ με κύριο μοχλό τον προσωπικό γιατρό με απίστευτες στρεβλώσεις, παρότι ο πρόσφατος νόμος που θεσμοθετεί την ΠΦΥ είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, ενώ από την άλλη μεριά κρατά εγκλωβισμένους τους νοσοκομειακούς γιατρούς σε αναχρονιστικά και ανεπίκαιρα μισθολόγια.
Θα πρέπει να τονιστεί επίσης πως ο επαγγελματικός ανταγωνισμός, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, έχει αλλάξει το προφίλ τόσο των ιδιωτών γιατρών όσον αφορά την εκπαίδευση, τη μετεκπαίδευση και την εξειδίκευσή τους όσο και των ιδιωτικών δομών (ιατρεία, ιδιωτικές κλινικές) σε σχέση με τον ιατροτεχνολογικό, αλλά και τον ξενοδοχειακό εξοπλισμό. Και όλα αυτά βέβαια με ιδιωτικά κεφάλαια.
Δεδομένου ότι ο ιδιωτικός τομέας καλύπτει περίπου το 40% της περίθαλψης στη χώρα μας, παρέχοντας υψηλού επιπέδου υπηρεσίες υγείας, σε συνεργασία πάντοτε με τον κρατικό τομέα, προκύπτει η αδήριτη ανάγκη ενδυνάμωσης από την πολιτεία ενός μικτού συστήματος υγείας προς όφελος πάντοτε της περίθαλψης και των λειτουργών υγείας που χρειάζονται ιδιαίτερες συνθήκες ηρεμίας και αμοιβές και όχι προκλήσεις και αναστατώσεις στον εργασιακό τους χώρο ώστε ν αποδώσουν τα μέγιστα.
Μέσα σ’ ένα τέτοιο σύστημα που θα λειτουργεί με όρους αξιοκρατίας, καλών συνθηκών εργασίας και ικανοποιητικών αμοιβών ανοίγει μια νέα προοπτική για να κρατήσουμε στη χώρα μας κυρίως τους νέους γιατρούς, ώστε να σταματήσει η συνεχώς αυξανόμενη αιμορραγία της μετανάστευσης του δυναμικού και εξειδικευμένου προσωπικού, αλλά και οι ελκυστικές αυτές συνθήκες να αποτελέσουν την απαρχή της επιστροφής όσων έφυγαν, νοσταλγούν την Ελλάδα και θέλουν να γυρίσουν πίσω.