Διαβήτης και δόντια: Τι πρέπει να προσέχω;
Ο Σακχαρώδης Διαβήτης, κοινώς «Διαβήτης», είναι μια χρόνια νόσος όπου είτε το σώμα α) αποτυγχάνει στο να παράγει ινσουλίνη είτε β) αποτυγχάνει στο να αξιοποιήσει την ινσουλίνη που παράγει. Η ινσουλίνη είναι μια ορμόνη που παράγεται στα β-κύτταρα των νησιδίων του Langerhans στο πάγκρεας, απελευθερώνεται στην αιματική κυκλοφορία και ελέγχει τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα. Η γλυκόζη αποτελεί πηγή ενέργειας για τα κύτταρα και κατά συνέπεια για το σώμα.
Υπάρχουν 2 τύποι Διαβήτη: Στον Σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου Ι, λόγω κάποιας «αυτοάνοσης καταστροφικής διαδικασίας» δεν παράγεται ινσουλίνη, ενώ στον Σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου II, παράγονται επαρκή (ή και λίγο αυξημένα) επίπεδα ινσουλίνης τα οποία όμως δεν είναι αποτελεσματικά σε κυτταρικό επίπεδο. Και στις δύο περιπτώσεις, είναι πιθανό να έχετε προβλήματα με τη στοματική σας υγεία.
Ο αριθμός των ατόμων με Σακχαρώδη Διαβήτη αυξάνεται, και αυτό καθιστά επιτακτική την καλύτερη κατανόηση της νόσου καθώς και τη βελτίωση της οδοντιατρικής φροντίδας αυτών των ασθενών. Ο Σακχαρώδης Διαβήτης επηρεάζει τη στοματική υγεία με πολλούς τρόπους. Οι ασθενείς με Σακχαρώδη Διαβήτη συχνά εμφανίζουν ξηροστομία, δηλαδή παράγουν λιγότερο σάλιο από το συνηθισμένο. Το σάλιο επιτελεί μια σημαντική λειτουργία, βοηθώντας στη λίπανση των επιφανειών των δοντιών αποτρέποντας την προσκόλληση των βακτηρίων του στόματος στις επιφάνειές τους. Εάν δεν παράγεται αρκετό σάλιο, αυτά τα βακτήρια μπορεί να εγκατασταθούν στα δόντια και να προκαλέσουν τον τερηδονισμό τους. Σε ασθενείς με ξηροστομία παρατηρείται έτσι πολυτερηδονισμός. Μπορεί να παρατηρηθεί αίσθημα καύσου στο στόμα λόγω της ξηροστομίας καθώς και μερική απώλεια της γεύσης. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι ασθενείς με Σακχαρώδη Διαβήτη διατρέχουν υψηλότερο τερηδονικό κίνδυνο. Η ξηροστομία συνδέεται επίσης με έλκη, μολύνσεις και πόνο στη στοματική κοιλότητα. Το χρονικό διάστημα επούλωσης των περιοχών αυτών είναι μεγαλύτερο σε ασθενείς με Σακχαρώδη Διαβήτη. Τέλος, ασθενείς με μη-ρυθμισμένο Σακχαρώδη Διαβήτη μπορεί να παρουσιάσουν δευτεροπαθή καντιντίαση (στοματική μυκητίαση).
Πέραν των όσων αναφέρθηκαν πιο πάνω, οι ασθενείς με Σακχαρώδη Διαβήτη διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο να αναπτύξουν περιοδοντική νόσο. Τόσο η ουλίτιδα (διόγκωση και αιμορραγία των ούλων), όσο και η περιοδοντίτιδα (εκτός από τα ούλα επηρεάζεται και το οστό που στηρίζει τα δόντια) εμφανίζονται με μεγαλύτερη συχνότητα σε ασθενείς με Σακχαρώδη Διαβήτη. Εάν κάποιος έχει διαγνωστεί με Σακχαρώδη Διαβήτη, έχει πολύ περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξει περιοδοντική νόσο από κάποιον που δεν έχει.
Η σχέση μεταξύ της περιοδοντικής νόσου και του Σακχαρώδη Διαβήτη μπορεί επίσης να είναι αμφίδρομη. Τεκμηριωμένες έρευνες έχουν δείξει ότι η περιοδοντική νόσος μπορεί να επηρεάσει την ικανότητα κάποιου να διατηρεί σταθερά επίπεδα γλυκόζης στο αίμα, και φαίνεται να συνδέεται με δυσγλυκαιμία καθώς και ανθεκτικότητα στην ινσουλίνη.
Χωρίς θεραπεία, η περιοδοντική νόσος μπορεί να προκαλέσει κακοσμία του στόματος, πόνο, αιμορραγία, δυσκολία στη μάσηση και απώλεια δοντιών. Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, ο Σακχαρώδης Διαβήτης μπορεί επίσης να επιβραδύνει την επούλωση, γεγονός που μπορεί να κάνει πιο δύσκολη τη θεραπεία της περιοδοντίτιδας. Γι’ αυτό, είναι σημαντικό να συνεργαστείτε στενά με τον οδοντίατρό σας, εάν έχετε σημάδια ουλίτιδας. Όσο πιο γρήγορα αντιμετωπίσετε το πρόβλημα, τόσο περισσότερες πιθανότητες έχετε να αποφύγετε σοβαρές επιπλοκές όπως η απώλεια δοντιών και η απώλεια οστικής μάζας.
Όσοι ακολουθούν περιοδοντική θεραπεία ή χειρουργικές επεμβάσεις θα χρειαστούν περισσότερο χρόνο για αποθεραπεία. Αυτοί οι ασθενείς είναι επίσης πιο επιρρεπείς σε λοιμώξεις. Η κατάλληλη φροντίδα και θεραπεία θα σας βοηθήσουν να αποφύγετε ή να ελαχιστοποιήσετε αυτούς τους κινδύνους.
Τα οδοντικά εμφυτεύματα και οι οδοντικές γέφυρες είναι μια συχνή θεραπευτική αποκατάσταση για ασθενείς που έχουν απώλεια δοντιών. Λόγω της σχέσης του Σακχαρώδους Διαβήτη και των περιοδοντικών νόσων, μπορεί να έχετε περισσότερες πιθανότητες να χρειαστείτε οδοντικά εμφυτεύματα ή κάποια προσθετική αποκατάσταση εάν πάσχετε από Σακχαρώδη Διαβήτη. Δυσκολίες μπορεί να προκύψουν και στην τοποθέτηση εμφυτευμάτων και γεφυρών σε ασθενείς με μη ελεγχόμενο Σακχαρώδη Διαβήτη. Παρ’ όλα αυτά και σε συνεργασία με τον οδοντίατρό σας μπορείτε να προχωρήσετε, χωρίς ενδοιασμό, στην αναγκαία αποκατάσταση. Για να προχωρήσετε στην τοποθέτηση οδοντικών εμφυτευμάτων ή οδοντικής προσθετικής εργασίας πρέπει οι περιοδοντικοί σας ιστοί να είναι απόλυτα υγιείς ή θεραπευμένοι από νόσο και το σάκχαρό σας (γλυκόζη αίματος) να είναι «ρυθμισμένο».
Μετά την τοποθέτηση των εργασιών εξακολουθείτε να διατρέχετε μεγαλύτερο κίνδυνο για επιπλοκές όπως η μόλυνση. Μείνετε σε στενή επικοινωνία με τον οδοντίατρό σας μετά την επέμβαση για να βεβαιωθείτε ότι αναρρώνετε σωστά και να είστε σε εγρήγορση σχετικά με τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα σας, για να αποτρέψετε αυτούς τους τύπους επιπλοκών. Μακροπρόθεσμα θα πρέπει να διατηρήσετε σε έλεγχο το σάκχαρό σας καθώς ο κίνδυνος μείωσης του χρόνου ζωής των αποκαταστάσεων μέσα στο στόμα σας, αν το σάκχαρο δεν είναι ρυθμισμένο, ελαττώνεται σημαντικά.
Εάν πάσχετε από Σακχαρώδη Διαβήτη, ενημερώστε τον οδοντίατρό σας. Εάν αντιμετωπίζετε περιοδοντική νόσο ή άλλα οδοντικά προβλήματα, θα πρέπει επίσης να ενημερώσετε τον ενδοκρινολόγο/διαβητολόγο σας. Αυτό θα επιτρέψει στους βασικούς παρόχους υγειονομικής περίθαλψης να συνεργαστούν για να σας βοηθήσουν να διαχειριστείτε την κατάστασή σας και να διατηρήσετε την καλή υγεία των δοντιών σας. Ο έλεγχος των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα σας είναι ένα από τα πιο σημαντικά πράγματα που μπορείτε να κάνετε για να υποστηρίξετε την υγεία των περιοδοντικών ιστών, των δοντιών σας και γενικά όλης της στοματικής σας κοιλότητας
Οι ασθενείς με Σακχαρώδη Διαβήτη θα πρέπει επίσης να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί όταν επισκέπτονται τον οδοντίατρο. Κλείστε ένα ραντεβού για έναν τακτικό καθαρισμό τουλάχιστον μία φορά κάθε έξι μήνες. Είναι καλύτερα τα ραντεβού με τον οδοντίατρό σας να είναι πρωινά, καθώς υπάρχει μικρότερος κίνδυνος υπογλυκαιμίας τις πρωινές ώρες.
Αυτό θα σας βοηθήσει στην έγκαιρη αναγνώριση σημείων περιοδοντικής νόσου, τερηδόνας και άλλων παθολογικών καταστάσεων, ώστε να μπορέσετε να λάβετε έγκαιρα την απαιτούμενη θεραπευτική φροντίδα.