Θεραπεία κιρσών; Laser ή κλασσική ανοικτή χειρουργική μέθοδος;
Οι κιρσοί, είναι η πιο συχνή ασθένεια των φλεβών και είναι γνωστή εδώ και εκατονταετίες. Ο ίδιος ο Ιπποκράτης (469-375 π.Χ.) περιέγραφε στο σύγγραμμά του “περί ελκών“ την καταστροφή ενός κιρσού με μια ρἀβδο. Σήμερα, πάσχει μία στις τρεις γυναίκες και ένας στους πέντε άντρες από κιρσούς, από εμφανείς δηλαδή διατεταμένες φλέβες ή ευρυαγγείες.
Συμπτώματα
Στους περισσότερους η ασθένεια παραμένει ασυμπτωματική, πολλές φορές όμως εκδηλώνεται με συμπτώματα όπως αίσθημα „βάρους“ στα πόδια, πρήξιμο, πόνο, υπερχρώσεις του δέρματος και σε ελάχιστες περιπτώσεις, αν δεν θεραπευθεί, μπορεί να εξελιχθεί με εμφάνιση πληγών και ελκών που είναι δύσκολο να θεραπευθούν.
Χειρουργική Θεραπεία
Η χειρουργική θεραπεία των κιρσών έχει βιώσει πολλές εξελικτικές διαδικασίες τον τελευταίο αιώνα και συγκεκριμένα από το 1907 όπου ο Babcock περιέγραψε πρώτος την κλασσική ανοιχτή χειρουργική μέθοδο που ήταν η εκρίζωση του ανεπαρκούντος τμήματος της σαφηνούς φλέβας.
Αυτή αποτελούσε – μαζί με τις αυτονόητες εξελικτικές της μεταλλάξεις – για έναν αιώνα περίπου το σημείο αναφοράς στη θεραπεία των κιρσών.
Νέες θεραπευτικές μέθοδοι
Τα τελευταία 20 περίπου χρόνια όμως, έχουν κάνει την εμφάνισή τους καινούργιες „αναίμακτες“ ενδοαυλικές μέθοδοι που στην καθομιλουμένη αναγνωρίζουμε – μονομερώς αλλά όχι λανθασμένα – με τον όρο „Laser“, οι οποίες με τα αποτελέσματά τους έχουν προσφέρει μια πολύ αξιόλογη εναλλακτική στην κλασσική ανοιχτή χειρουργική θεραπεία.
Με αυτές δεν απομακρύνεται η „άρρωστη“ φλέβα, αλλά καυτηριάζεται ο αυλός της με αποτέλεσμα να σταματά η παλίνδρομη ροή που είναι και υπεύθυνη για την εκδήλωση της ασθένειας.
Για την ιστορία να πούμε ότι πέρα από το Laser, στις αναίμακτες μεθόδους καυτηριασμού της τελευταίας εικοσαετίας ανήκει και η ραδιοσυχνότητα (Radiofrequency) που είναι τεχνικά πολύ παρόμοια και βιβλιογραφικά το ίδιο αποτελεσματική.
Χειρουργείο ή αναίμακτη θεραπεία;
Οι αναίμακτες μέθοδοι έχουν κυριαρχήσει τόσο πολύ στην καθημερινότητα της θεραπείας των κιρσών που διερωτάται κανείς „έχει η κλασσική ανοιχτή χειρουργική μέθοδος ακόμα λόγο ύπαρξης;“.
Για να προσεγγιστεί αυτό το ερώτημα είναι αναπόφευκτη η επιγραμματική σύγκριση των δύο μεθόδων, δεδομένου ότι τα θεραπευτικά αποτελέσματα τους είναι βιβλιογραφικά εφάμιλλα και η επαναφορά του ασθενούς στην καθημερινότητα άμεση.
Η κλασσική μέθοδος όταν υπάρχει χειρουργική ένδειξη είναι πάντοτε εφαρμόσιμη και ιατρικά μια σωστή επιλογή. Το μεγάλο όμως χειρουργικό τραύμα σε σχέση με τις μικροτομές (έως 5 χιλιοστά) των σύγχρονων μεθόδων – αν και δεν επηρεάζει σε στατιστικά σημαντικό βαθμό την αποκατάσταση – επιφέρει επιπλοκές που σχετίζονται με αυτό και ανέρχονται γύρω στο 3 – 10 % (ελαφρύς πόνος, μόλυνση, δευτερογενής επούλωση κτλ.).
Επιπλέον έχουν αναφερθεί βλάβες σε επιφανειακά νεύρα συνήθως μικρού βαθμού (7 – 39%) καθώς και εν τω βάθει φλεβικές θρομβώσεις (0,5 – 5%)[6].
Αντίθετα η «αναίμακτες“ μέθοδοι δεν είναι πάντα εφαρμόσιμες. Βασικοί – πάντα όμως σχετικοί – περιορισμοί τους είναι η απόσταση της φλέβας από το δέρμα που βάσει οδηγιών δεν θα πρέπει να είναι μικρότερη από 1 εκατοστό, η διάμετρος της φλέβας που δεν θα πρέπει να ξεπερνάει τα 1,5 εκατοστά, η πορεία της κάτω από το δέρμα που καλό θα είναι να μην παρουσιάζει σημαντικές ελικώσεις και να μην έχουν προηγηθεί σημαντικές θρομβοφλεβίτιδες.
Όταν δεν υπάρχει κανένας από τους παραπάνω περιορισμούς οι επιπλοκές είναι ελάχιστες. Ενδεικτικά αναφέρω τις εν τω βάθει θρομβώσεις (0,5%), εγκαύματα στο δέρμα (0,5%), παραισθησίες (3%), υπερχρώσεις του δέρματος (2%), παροδικές εκχυμώσεις (6%) και θρομβοφλεβίτιδες (1%).
Και οι δύο μέθοδοι μοιράζονται – για διαφορετικούς λόγους – ίδιο ποσοστό υποτροπών (επανεμφάνισης δηλαδή της νόσου) που ανέρχεται καθολικά περίπου στο 15%.
Λόγω λοιπόν των ανατομικών και μορφολογικών περιορισμών που έχουν οι καινούργιες αναίμακτες μέθοδοι μπορούμε συνοψίζοντας να πούμε ότι η κλασσική ανοιχτή μέθοδος δεν έχει παραγκωνιστεί, απλά εξειδικεύει το πεδίο της εκεί όπου σταματά το πεδίο ένδειξης των καινούργιων μεθόδων.
Ασφαλώς και δεν πρόκειται για ανταγωνιζόμενες μεθόδους αλλά για αλληλοσυμπληρούμενες οι οποίες μπορούν επίσης να συνδυαστούν στην στρατηγική θεραπείας ενός ασθενή.
Στα χέρια ενός έμπειρου αγγειοχειρουργού που έχει στο ρεπερτόριό του όλες τις μεθόδους, η κατάλληλη θεραπεία μπορεί να προσαρμοστεί στις ανάγκες του ασθενούς.
Ανεξάρτητα όμως από την επέμβαση που στο τέλος θα επιλεγεί, αποφασιστικής σημασίας είναι η διεξοδική ενημέρωση των ασθενών για όλες τις υπάρχουσες μεθόδους, τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματά τους, τις πιθανές επιπλοκές τους και την αναμενόμενη καλυτέρευση στην ποιότητα ζωής τους.
Ένας άρτια ενημερωμένος ασθενής δεν είναι μόνο σε θέση να κατανοήσει σε βάθος τη σύσταση του θεράποντος ιατρού του, αλλά έχει και την δυνατότητα να συναποφασίσει την ταιριαστή για αυτόν θεραπεία.
Για περισσότερες πληροφορίες, καλέστε στο 2410 996000 και επισκεφθείτε την Α΄ Αγγειοχειρουργική Κλινική του ΙΑΣΩ Θεσσαλίας
Νεκτάριος Γαλάνης Αγγειοχειρουργός MD, PhD, Διευθυντής Α’ Αγγειοχειρουργικής Κλινικής ΙΑΣΩ Θεσσαλίας