Ο φόβος της εισαγωγής σε ΜΕΘ
Γράφει η Βασιλική Χολέβα, Κλινική ψυχολόγος στην Α΄ Πανεπιστημιακή Ψυχιατρική Κλινική Νοσοκομείου Παπαγεωργίου.
Είναι πολύ σημαντικό να κατανοήσουμε ότι ο ασθενής που εισάγεται στο νοσοκομείο αυτήν την περίοδο, κατακλύζεται από χιλιάδες περίπλοκα συναισθήματα, έχοντας να αντιμετωπίσει παράλληλα το άγχος για την υγεία του, τον φόβο του αγνώστου και τη δυσφορία που προκύπτει από τις ιατρικές και νοσηλευτικές παρεμβάσεις.
Η εισαγωγή σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) συναρτάται άμεσα από τη βαρύτητα της νόσου. Όταν κάποιος ασθενής εισέρχεται στη ΜΕΘ, λόγω Covid-19 χρειάζεται αναπνευστική υποστήριξη και 24ωρη παρακολούθηση. Η αναπνευστική υποστήριξη στο αρχικό στάδιο πραγματοποιείται με μάσκα οξυγόνου, στο επόμενο στάδιο με μάσκα συνδεδεμένη με C-PAP και στο τελευταίο με διασωλήνωση. Η πορεία προς τη διασωλήνωση είναι βασανιστική, καθώς η δύσπνοια μετατρέπεται σε αίσθημα ασφυξίας, ένα από τα χειρότερα συμπτώματα με τα οποία έρχονται αντιμέτωποι όσοι νοσούν σοβαρά από Covid-19.
Οι περισσότεροι ασθενείς που εξέρχονται των ΜΕΘ αναφέρουν ότι αυτό που έχει αποτυπωθεί στη μνήμη τους είναι ο πόνος και ο φόβος που βίωσαν, παράλληλα με την αιώνια ευγνωμοσύνη προς το προσωπικό που τους περιέθαλψε. Η εμπειρία της νοσηλείας σε ΜΕΘ σηματοδοτεί τη θνητότητα του ατόμου και καθορίζει τη μετέπειτα πορεία του όσον αφορά τη σωματική και ψυχική υγεία.
Το σύνδρομο της εντατικής θεραπείας περιγράφει τη συνθήκη κατά την οποία αποσυντονίζεται η νοητική ισορροπία λόγω της εξαιρετικά στρεσογόνου εμπειρίας και εκδηλώνεται με διάφορες μορφές: delirium, συγχυτικό επεισόδιο, αποπροσωποποίηση, παράλογα όνειρα, ή περίεργες εμπειρίες. Ο διαρκής, ανυπόφορος φόβος φαίνεται να συμβάλλει στη γένεση τέτοιων εμπειριών, οι οποίες με τη σειρά τους ενισχύουν το φοβικό συναίσθημα, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο συναισθηματικής αστάθειας. Οι μεταβολές στη διανοητική κατάσταση πυροδοτούνται, εκτός από τον φόβο, και από άλλους παράγοντες, όπως είναι η απομόνωση, η ακινητοποίηση, η απουσία του χρονικού προσανατολισμού, η αισθητηριακή υπερφόρτωση από τα ιατρικά μηχανήματα και η αδυναμία έκφρασης και επικοινωνίας.
Το αίσθημα του αυτοελέγχου καταλύεται, η επαφή με τους σημαντικούς άλλους απουσιάζει αφήνοντας το άτομο γυμνό και εκτεθειμένο τόσο σωματικά όσο και ψυχικά. Το αίσθημα της αβοηθησίας μειώνεται μόνο με την επαφή με το προσωπικό της μονάδας το οποίο, ευτυχώς, είναι κατάλληλα εκπαιδευμένο για να αντιμετωπίζει παρόμοιες καταστάσεις.
Επιπλέον, καθώς η εμπειρία της νοσηλείας στη ΜΕΘ για πολλούς ασθενείς θεωρείται ένα τραυματικό γεγονός, υπάρχει ο κίνδυνος να αναπτύξουν διαταραχή μετατραυματικού στρες, μετά την έξοδό τους από αυτήν. Η διαταραχή περιλαμβάνει αναβίωση των τραυματικών εμπειριών (flashbacks), ευερεθιστότητα, αίσθημα αγωνίας, εγρήγορση, αρνητική διάθεση, διαταραχές ύπνου και αποφευκτική συμπεριφορά. Τα συμπτώματα συνήθως εμφανίζονται μέσα στους τρεις πρώτους μήνες μετά τη νοσηλεία και, συχνά, η αντιμετώπισή τους επιβάλλει τη συνεργασία με κάποιον ει δικό ψυχικής υγείας.