ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΤΟΥ ΜΑΣΤΟΥ
Ο καρκίνος του μαστού είναι ο πιο συχνός καρκίνος στις γυναίκες στις ΗΠΑ, η δεύτερη πιο συχνή αιτία θανάτου από καρκίνο στις γυναίκες (μετά τον καρκίνο του πνεύμονα) και η κύρια αιτία θανάτου σε γυναίκες ηλικίας 45 έως 55 ετών.
Όταν ανιχνευθεί και αντιμετωπιστεί νωρίς, ο καρκίνος του μαστού είναι συνήθως ιάσιμος. Οι θάνατοι από καρκίνο του μαστού έχουν μειωθεί κατά το ένα τρίτο ή περισσότερο τις τελευταίες τρεις δεκαετίες. Αυτό οφείλεται εν μέρει στην εφαρμογή του προσυμπτωματικού ελέγχου, καθώς και στην έγκαιρη και αποτελεσματική θεραπεία.
Ο προσυμπτωματικός έλεγχος συνήθως ανιχνεύει τη νόσο σε πρώιμο στάδιο, όπου οι πιθανότητες επιτυχούς θεραπείας είναι υψηλότερες. Η έγκαιρη ανίχνευση και θεραπεία του καρκίνου του μαστού βελτιώνει την επιβίωση καθώς ο όγκος μπορεί να αφαιρεθεί πριν δώσει μεταστάσεις. Επιπλέον, υπάρχουν θεραπείες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν με στόχο την πρόληψη της ανάπτυξης μεταστάσεων.
Προσυμπτωματικός Έλεγχος
Η μαστογραφία είναι μία χαμηλής δόσης «ακτινογραφία» του μαστού. Είναι η καλύτερη εξέταση προσυμπτωματικού ελέγχου για την ανίχνευση του καρκίνου του μαστού σε πρώιμο στάδιο. Ορισμένες μαστογραφίες καταγράφουν εικόνες ψηφιακά, προσφέροντας καλύτερη ευκρίνεια.
Η 3D τομοσύνθεση είναι ένας τύπος βελτιωμένης ψηφιακής μαστογραφίας που καταγράφει πολλαπλές εικόνες του μαστού και βοηθά στην ανίχνευση ανωμαλιών που μπορεί να κρύβονται από επικαλυπτόμενους ιστούς. Επιπλέον, γίνονται ορατές μικρές λεπτομέρειες, που βοηθούν τον ακτινολόγο να προσδιορίσει ποιες βλάβες είναι καλοήθεις (όχι καρκίνος) και ποιες βλάβες χρειάζονται περαιτέρω διερεύνηση.
Τι γίνεται αν η μαστογραφία δεν είναι φυσιολογική;
Εάν η μαστογραφία είναι μη φυσιολογική, πιθανότατα θα χρειαστούν περαιτέρω εξετάσεις. Σε ορισμένες περιπτώσεις απαιτείται βιοψία μαστού (στην οποία αφαιρείται μικρή ποσότητα ιστού για εξέταση).
Τι γίνεται αν η μαστογραφία είναι φυσιολογική αλλά εξακολουθεί να ψηλαφάται «κάτι μη φυσιολογικό» στο μαστό;
Ορισμένοι τύποι καρκίνου του μαστού μπορεί να μην ανιχνευθούν στη μαστογραφία, ιδιαίτερα σε πρώϊμη φάση. Για το λόγο αυτό, είναι σημαντικό να ενημερώνεται ο θεράπων ιατρός εάν παρατηρείται κάποια αλλαγή στο μαστό, ακόμα και αν η μαστογραφία είναι φυσιολογική.
Πότε πρέπει να ξεκινήσει ο έλεγχος με μαστογραφία;
Σε γενικές γραμμές, το όφελος του προσυμπτωματικού ελέγχου, είναι ότι μπορεί να ανιχνεύσει τον καρκίνο του μαστού νωρίς, όταν είναι πιο πιθανό να είναι θεραπεύσιμος. Ωστόσο, υπάρχουν και μειονεκτήματα στον έλεγχο. Για παράδειγμα, μπορεί να υπάρχουν «ψευδώς θετικά αποτελέσματα» (όταν τα αποτελέσματα των εξετάσεων υποδηλώνουν καρκίνο και οδηγούν σε πρόσθετες εξετάσεις που τελικά δεν ανιχνεύουν καρκίνο).
Υπάρχει επίσης η πιθανότητα, ο προσυμπτωματικός έλεγχος να ανιχνεύσει έναν καρκίνο που αναπτύσσεται τόσο αργά, που μπορεί να μην προκαλέσει ποτέ προβλήματα υγείας ή να γίνει απειλητικός για τη ζωή. Κάποιες φορές η θεραπεία αυτών των τύπων του καρκίνου μπορεί να προκαλέσει σοβαρές παρενέργειες, χωρίς να εξασφαλίσει παράταση της επιβίωσης.
Σε γυναίκες που διατρέχουν μέσο κίνδυνο, δηλαδή εκείνες που δεν έχουν γονίδιο που αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού ή στενούς συγγενείς που είχαν καρκίνο του μαστού σε νεαρή ηλικία, συστήνεται προσυμπτωματικός έλεγχος από την ηλικία των 40 ετών.
Οι συστάσεις για τον προσυμπτωματικό έλεγχο μπορεί να είναι διαφορετικές για γυναίκες που διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν οι γυναίκες με δύο ή περισσότερους συγγενείς με ιστορικό καρκίνου μαστού ή ωοθηκών, ή με συγγενή με ιστορικό καρκίνου μαστού πριν την ηλικία των 50 ετών, ή με συγγενείς με ιστορικό δύο καρκίνων (μαστού και ωοθηκών ή δύο ανεξάρτητων στο μαστό), ή με άντρες συγγενείς με ιστορικό καρκίνου μαστού.
Πρέπει να εξετάζονται οι νεότερες γυναίκες
Οι γυναίκες ηλικίας από 20-39 ετών συστήνεται να προσέρχονται σε ειδικευμένο ιατρό για κλινική εξέταση των μαστών κάθε 3 χρόνια στα πλαίσια του περιοδικού τους ελέγχου υγείας. Η πιθανότητα καρκίνου του μαστού είναι πολύ χαμηλή σε γυναίκες κάτω των 20 ετών και βαθμιαία αυξάνεται με την πάροδο της ηλικίας. Από την ηλικία των 20 ετών συστήνεται στις γυναίκες η προαιρετική μηνιαία αυτοεξέταση του μαστού.
Μπορεί να γίνει μαστογραφία μετά το εμβόλιο COVID-19; Μερικοί άνθρωποι παρουσίασαν προσωρινή διόγκωση των λεμφαδένων στην περιοχή της μασχάλης μετά τη λήψη ορισμένων εμβολίων COVID-19. Σε ορισμένες περιπτώσεις, αυτό μπορεί να επηρεάσει τα αποτελέσματα της μαστογραφία. Για το λόγο αυτό, οι ειδικοί συνιστούν την πραγματοποίηση της μαστογραφία είτε πριν το εμβόλιο COVID-19 είτε τουλάχιστον τέσσερις έως έξι εβδομάδες μετά την τελευταία δόση.
Ενώ ο έλεγχος του καρκίνου του μαστού είναι σημαντικός, είναι επίσης πολύ σημαντικός ο εμβολιασμός έναντι του COVID-19.
Πόσο συχνά πρέπει να γίνεται μαστογραφία
Οι συστάσεις για γυναίκες που διατρέχουν μέσο κίνδυνο είναι για μαστογραφία κάθε χρόνο. Οι συστάσεις είναι διαφορετικές για γυναίκες που διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού.
Πότε μπορεί να σταματήσει ο έλεγχος με μαστογραφία
Ο έλεγχος με μαστογραφία για γυναίκες άνω των 65 ετών πρέπει να βασίζεται στην κατάσταση της υγείας τους και ειδικά στο εάν πάσχουν ή όχι από άλλες σοβαρές ασθένειες. Η προχωρημένη ηλικία από μόνη της δεν αποτελεί λόγο για διακοπή της τακτικής μαστογραφίας. Όσο μία γυναίκα βρίσκεται σε καλή κατάσταση υγείας, καθώς και σε θέση να δεχθεί θεραπεία σε ενδεχόμενο καρκίνου του μαστού, πρέπει να συνεχίσει να ελέγχεται σε κανονική ετήσια βάση.
Υπερηχογράφημα μαστού
Το υπερηχογράφημα του μαστού δε συνιστάται ως εξέταση ρουτίνας για γυναίκες με μέσο κίνδυνο για καρκίνο του μαστού.
Γυναίκες με πυκνούς μαστούς (ένας όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει την εμφάνιση του ιστού του μαστού στην απεικόνιση) διατρέχουν ελαφρώς αυξημένο κίνδυνο καρκίνου του μαστού. Η μεγάλη πυκνότητα του μαστού, μπορεί να δυσκολέψει την ερμηνεία της μαστογραφίας. Σε αυτή την περίπτωση, μπορεί να προταθεί υπερηχογράφημα εκτός από τη μαστογραφία.
Μαγνητική τομογραφία μαστού
Η μαγνητική τομογραφία μαστού δε χρησιμοποιείται συνήθως για τον έλεγχο καρκίνου του μαστού στις περισσότερες γυναίκες, αλλά μπορεί να βοηθήσει στη διάγνωση του καρκίνου του μαστού στις ακόλουθες περιπτώσεις:
- Προσυμπτωματικός έλεγχος καρκίνου του μαστού για νέες γυναίκες, ιδιαίτερα εκείνες με πυκνούς μαστούς, με πολύ υψηλό κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού (όπως εκείνες με πολύ ισχυρό οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του μαστού ή γενετική μετάλλαξη όπως BRCA1 ή BRCA2).
- Αξιολόγηση για καρκίνο του μαστού σε γυναίκες που έχουν διαγνωστεί με καρκίνο των λεμφαδένων της μασχάλης, αλλά δεν έχει ανιχνευθεί καρκίνος του μαστού σε φυσική εξέταση ή μαστογραφία.
- Αξιολόγηση γυναίκας με νεοδιαγνωσθέντα καρκίνο του μαστού με εξαιρετικά πυκνούς μαστούς στις μαστογραφίες, γιατί η πυκνότητα του ιστού του μαστού δυσκολεύει την ερμηνεία των μαστογραφιών.
Διάγνωση
Ο καρκίνος του μαστού μπορεί να ανιχνευθεί όταν ένα εξόγκωμα ή άλλη αλλαγή στο στήθος ή τη μασχάλη γίνεται αντιληπτή από την ίδια τη γυναίκα ή τον ιατρό της. Εκτός από ένα εξόγκωμα, άλλες μη φυσιολογικές αλλαγές μπορεί να είναι, δέρμα που μοιάζει με τη φλούδα του πορτοκαλιού, αλλαγή στο μέγεθος ή το σχήμα του μαστού, εισολκή (τράβηγμα προς τα μέσα) της θηλής, όταν προηγουμένως έδειχνε προς τα έξω ή αποχρωματισμό του δέρματος του μαστού, που δε σχετίζεται με λοίμωξη ή δερματικές παθήσεις όπως ψωρίαση ή έκζεμα.
Για την αξιολόγηση ενός εξογκώματος ή μιας αλλαγής, συνήθως συνιστάται μαστογραφία ή και υπερηχογράφημα μαστών. Εάν οι απεικονιστικές εξετάσεις είναι ύποπτες, συνήθως συστήνεται βιοψία του μαστού. Ένα ύποπτο εξόγκωμα δεν πρέπει ποτέ να αγνοηθεί, ακόμη και αν μια μαστογραφία είναι αρνητική. Έως και 5-15% των καρκίνων του μαστού δεν είναι ορατοί σε μια μαστογραφία.
Βιοψία μαστού
Εάν υπάρχει υποψία καρκίνου του μαστού, το επόμενο βήμα είναι να εξεταστεί τμήμα της ύποπτης βλάβης στο μικροσκόπιο για να επιβεβαιωθεί η διάγνωση. Η λήψη του ιστού (βιοψία) γίνεται με βελόνα με τη βοήθεια απεικονιστικού ελέγχου (όπως μαστογραφία, υπερηχογράφημα ή μαγνητική τομογραφία).
Μια αναρρόφηση με λεπτή βελόνα μπορεί να είναι επαρκής για να τεκμηριώσει τη διάγνωση του καρκίνου του μαστού, αν και μια βιοψία με βελόνα μεγαλύτερου εύρους, είναι συχνά προτιμότερη καθώς παρέχει ένα μεγαλύτερο /επαρκέστερο δείγμα ώστε να προσδιοριστούν καλύτερα ορισμένα χαρακτηριστικά του καρκίνου.
Τύποι Καρκίνου Μαστού
Αν και υπάρχουν αρκετοί διαφορετικοί τύποι καρκίνου του μαστού, θα μπορούσαν να διακριθούν αδρά σε δύο μεγάλες κατηγορίες, τον ενδοπορικό (“in situ”) και το διηθητικό καρκίνο.
Ενδοπορικός (in situ) καρκίνος
Σε αυτόν τον τύπο τα καρκινικά κύτταρα περιορίζονται στον αδένα του μαστού, στους πόρους και τα λόβια, χωρίς να επεκτείνονται στο λιπώδη ιστό που βρίσκεται γύρω από αυτά. Ο ενδοπορικός καρκίνος δεν επεκτείνεται έξω από το μαστό. Ωστόσο, μπορεί να εξελιχθεί με την πάροδο του χρόνου σε διηθητικό καρκίνο, αν δεν αντιμετωπιστεί.
Διηθητικός καρκίνος
Σε αυτόν τον τύπο τα καρκινικά κύτταρα έχουν επεκταθεί έξω από τους πόρους και τα λόβια, στον περιβάλλοντα ιστό του μαστού. Υπάρχουν αρκετοί διαφορετικοί τύπου διηθητικού καρκίνου του μαστού.
Ο βαθμός ιστολογικής κακοήθειας (grade)
(βαθμονόμηση που πραγματοποιείται από τον παθολογοανατόμο ) ενός όγκου περιγράφει πόσο επιθετικός είναι και κατ΄επέκταση πόσο γρήγορα αναπτύσσεται. Ο βαθμός ιστολογικής κακοήθειας κυμαίνεται από 1 έως 3. Όγκοι με υψηλότερους βαθμούς ιστολογικής κακοήθειας, είναι πιο πιθανό να χρειαστούν χημειοθεραπεία.
Χαρακτηριστικά του καρκίνου του μαστού που επηρεάζουν την επιλογή της θεραπείας.
Ο καρκίνος του μαστού πρέπει να εξετάζεται για την παρουσία δύο τύπων πρωτεϊνών: ορμονικών υποδοχέων (υποδοχείς οιστρογόνων (ER) και προγεστερόνης (PR)) και HER2 (για διηθητικούς καρκίνους). Αυτές οι πρωτεΐνες είναι σημαντικές για την επιλογή της θεραπείας. Αυτές οι εξετάσεις εκτελούνται από τον παθολογοανατόμο, τον ιατρό που είναι υπεύθυνος για την εξέταση του ιστού του καρκίνου του μαστού κάτω από το μικροσκόπιο και τη διάγνωση.
Έχει Εξαπλωθεί ο Καρκίνος του Μαστού
Μετά την τεκμηρίωση της διάγνωσης του καρκίνου του μαστού, τα επόμενα σημαντικά ερωτήματα είναι τα εξής:
- Ποια είναι η έκταση του καρκίνου μέσα στο μαστό;
- Υπάρχουν ενδείξεις ότι ο καρκίνος έχει επεκταθεί εκτός του μαστού (μετάσταση);
Η έκταση του καρκίνου μέσα στο μαστό καθορίζεται συνήθως από τα ευρήματα της βιοψίας και τα αποτελέσματα της μαστογραφίας, του υπερηχογραφήματος και της μαγνητικής τομογραφίας μαστού.
Η επέκταση του καρκίνου εκτός του μαστού μπορεί να γίνει με τα λεμφικά και αιμοφόρα αγγεία κα η διαδικασία αυτή ονομάζεται μετάσταση.
Οι μεταστάσεις μπορεί να είναι εμφανείς /ψηλαφητές, να προκαλούν συμπτώματα (π.χ. πόνο στα οστά) ή μπορεί να ανιχνεύονται με απεικονιστικές εξετάσεις όπως, αξονική τομογραφία (CT), σπινθηρογράφημα οστών, τομογραφία εκπομπής ποζιτρονίων (PET).
Η σημασία των μασχαλιαίων λεμφαδένων
Μία από τις πρώτες θέσεις εξάπλωσης του καρκίνου του μαστού είναι οι λεμφαδένες της μασχάλης. Αυτοί μπορεί να διογκωθούν και να είναι ψηλαφητοί. Άλλες φορές, εντοπίζονται στο υπερηχογράφημα, τη μαστογραφία ή τη μαγνητική τομογραφία. Ακόμη και αν οι λεμφαδένες είναι διογκωμένοι, ο μόνος τρόπος για να προσδιοριστεί εάν έχουν προσβληθεί από καρκίνο είναι να εξεταστεί ένα τμήμα τους κάτω από το μικροσκόπιο.
Εάν οι λεμφαδένες έχουν μετάσταση πραγματοποιείται περαιτέρω αφαίρεση των λεμφαδένων της μασχάλης.
Σε γυναίκες με πρώιμο καρκίνο του μαστού που δεν έχουν εμφανή συμμετοχή των μασχαλιαίων λεμφαδένων, εκτελείται μια διαδικασία που ονομάζεται βιοψία φρουρού λεμφαδένα. Σε αυτή χρησιμοποιούνται ιχνηθέτες για να επισημάνουν τους λεμφαδένες στους οποίους θα πήγαινε πρώτα ο καρκίνος (“φρουροί λεμφαδένες”). Αυτοί οι λεμφαδένες αφαιρούνται και εξετάζονται παθολογοανατομικά.
Το κύριο πλεονέκτημα της διαδικασίας φρουρού λεμφαδένα είναι ότι παρέχει σημαντικές πληροφορίες σταδιοποίησης, ενώ προκαλεί λιγότερα προβλήματα, όπως οίδημα βραχίονα (λεμφοίδημα), από μια πιο εκτεταμένη μασχαλιαία λεμφαδενεκτομή.
Η προσβολή ή όχι των λεμφαδένων είναι ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες για τον καθορισμό της μακροπρόθεσμης έκβασης (πρόγνωση) του καρκίνου και συχνά καθοδηγεί τις αποφάσεις σχετικά με τη θεραπεία.
21 γονιδιακός έλεγχος (Oncotype DX)
Μια γενετική εξέταση που ονομάζεται Oncotype DX Recurrence Score (RS) μπορεί να πραγματοποιηθεί στον ιστό του όγκου για να βοηθήσει στη λήψη αποφάσεων σχετικά με τη χημειοθεραπεία, ιδίως για γυναίκες με θετικούς ορμονικούς υποδoχείς, HER2 αρνητικό και ελεύθερους λεμφαδένες. Το τεστ εξετάζει 21 διαφορετικά γονίδια προκειμένου να αξιολογήσει τη γενετική σύνθεση του όγκου και παρέχει μια βαθμολογία για να βοηθήσει στην πρόβλεψη της πιθανότητας υποτροπής.
Ο ογκολόγος χρησιμοποιεί αυτές τις πληροφορίες, σε συνδυασμό με άλλες σχετικά με την ασθενή και τον όγκο, στη λήψη αποφάσεων σχετικά με την ανάγκη χημειοθεραπείας.
Σταδιοποίηση
Οι ογκολόγοι χρησιμοποιούν ένα σύστημα σταδιοποίησης (TNM), για να περιγράψουν το στάδιο των καρκίνων. Το “Τ” αναφέρεται στον πρωτοπαθή όγκο, το “Ν” στους περιοχικούς λεμφαδένες και το “Μ” υποδηλώνει την παρουσία ή την απουσία μεταστάσεων σε άλλα όργανα.
Τα στάδια κυμαίνονται από το Ι (λιγότερο προχωρημένο) έως το IV (πιο προχωρημένο). Το σταδίο 0 αφορά σε ασθενείς με ενδοπορικό καρκίνο μόνο. Το «στάδιο» του καρκίνου είναι μια ένδειξη για το αν και πόσο έχει εξαπλωθεί. Το στάδιο και ο βαθμός ιστολογικής κακοήθειας (grade) συχνά συγχέονται από τους ασθενείς, αλλά πρόκειται για διαφορετικές έννοιες.
Η σταδιοποίηση γίνεται με τη φυσική εξέταση, τις απεικονιστικές εξετάσεις και την παθολογοανατομική εξέταση.
Θεραπεία
Η θεραπεία του καρκίνου του μαστού πρέπει και μπορεί να είναι εξατομικευμένη και βασίζεται σε διάφορους παράγοντες (τύπος καρκίνου, βαθμός ιστολογικής κακοήθειας, παρουσία ορμονικών υποδοχέων, παρουσία HER2 πρωτεΐνης, στάδιο, γενική κατάσταση υγείας της γυναίκας). Η βέλτιστη διαχείριση απαιτεί συνεργασία μεταξύ ιατρών διαφόρων ειδικοτήτων: χειρουργών (χειρουργών καρκίνου του μαστού και πλαστικών χειρουργών), ακτινολόγων, παθολογοανατόμων, παθολόγων ογκολόγων και ακτινοθεραπευτών ογκολόγων.
Κάθε γυναίκα μπορεί και πρέπει να συζητήσει τις διαθέσιμες επιλογές θεραπείας με τους ιατρούς της για να καθορίσει ποια θεραπεία είναι καλύτερη για αυτήν.
Κωνσταντίνα Παπαχαραλάμπους, Παθολογοανατόμος, Επιστημονικά Υπεύθυνη Τμήματος Παθολογοανατομίας